όπως περιγράφεται μέσα από τις σελίδες της εφημερίδας ΣΑΛΠΙΓΞ της Μυτιλήνης
Αν και μέχρι τώρα παραθέσαμε αρκετά στοιχεία για τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων στο Μακεδονικό ζήτημα, ο Ευρωπαϊκός τύπος αναίρεσε τις βουλγαρικές ανακοινώσεις περί κατάληψης της Θεσσαλονίκης. Δημοσίευσε εκτενή τηλεγραφήματα με λεπτομέρειες περί καταλήψεως της Θεσσαλονίκης υπό του Ελληνικού στρατού και την κατόπιν εισόδου των Βουλγάρων στην πόλη. Η «ΣΑΛΠΙΓΞ» δημοσιεύει έκθεση από την οποία:
«εξάγεται χρονολογικώς ότι μόλις κατά των ημερών της
υπογραφής του πρωτοκόλλου της παραδόσεως της τουρκικής φρουράς της Θεσσαλονίκης
εις τον Έλληνα Διάδοχον εσημειώθη η εμφάνισις του βουλγαρικού ιππικού εις 30
χιλιόμετρα από της Θεσσαλονίκης απόστασις, ακολουθούσις εις απόστασιν 25
χιλιομέτρων όπισθεν του ιππικού και της Βουλγαρικής μεραρχίας».
Την πραγματική εικόνα των πολιτικών εξελίξεων μας τη δίνει σε δηλώσεις του ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Άσκουϊθ, εκπρόσωπος τότε της ισχυρότερης οικονομικής και πολιτικής δύναμης του πλανήτη μας. Είναι χαρακτηριστικές για το πώς οι Μεγάλες Δυνάμεις αλλάζουν τακτική ανάλογα με τις κάθε φορά εξελίξεις από ωμές επεμβάσεις μέχρι και τους πιο λεπτούς διπλωματικούς ελιγμούς.
«Οι στρατοί των Βαλκανικών κρατών είνε κύριοι της Μακεδονίας και της Θράκης, οι Έλληνες κατέλαβον την Θεσσαλονίκην, την θύραν δι’ ης ο Χριστιανισμός εισεχώρησε το πρώτον εν Ευρώπη και από στιγμής εις στιγμήν δυνατόν να μάθωμεν ότι και η Κωνσταντινούπολις έπεσε.
Τα Βαλκανικά κράτη έλαβον ούτω το ζήτημα αποκλειστικώς εις χείρας των και τα πράγματα δεν είνε δυνατόν πλέον να είνε όπως ήσαν πρότινος, αλλ’ επιβάλλεται εις τους πολιτικούς άνδρας, εις οιονδήποτε και αν ανήκουν Κράτος ν’ αναγνωρίσουν και να αποδεχθούν τα τετελεσμένα γεγονότα.
Η Μ. Βρετανία ουδέν έχει συμφέρον όπως η πολιτική και εδαφική αναθεώρισις γίνη ακριβώς κατά τον ένα ή τον άλλον τρόπον.
Υπάρχουν όμως άλλαι Δυνάμεις των οποίων αι σχέσεις αι κοινωνικαί, αι οικονομικαί, αι γεωγραφικαί και αι ιστορικαί συνδέονται μετά των μερών όπου εξελίσσεται ο πόλεμος και τα συμφέροντα εις τα μέρη εκείνα είνε τοιαύτα ώστε δεν είναι δυνατόν να αρνηθεί εις το δικαίωμα των να ακτούν γνώμην κατά την στιγμήν της οριστικής και μονίμου συστηματοποιήσεως των πραγμάτων».[1]
Παράλληλα όμως η Αγγλία στις ρωσικές διεκδικήσεις επί της Κωνσταντινούπολης και τουρκικών περιφερειών της Μικράς Ασίας, αποφάσιζε την αποστολή του στόλου της Μεσογείου στα Δαρδανέλια προς διαφύλαξη της ακεραιότητας της Ασιατικής Τουρκίας βάζοντας έτσι φράγμα στις Ρωσικές διεκδικήσεις.
Και η Ρωσική πολιτική παρουσιάζει ενδιαφέρον. Η Ρωσική κυβέρνηση αναγνώρισε την Ελληνική κατοχή της Θεσσαλονίκης και γι’ αυτό διέταξε τον εκεί Ρώσο πρόξενό της όπως από δω και μπρος εξαρτάται από την Ρωσική πρεσβεία της Αθήνας.
Ιδιαίτερα συγκινητικό και φιλικό είναι το τηλεγράφημα προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο για τις νίκες στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο από τον πρόεδρο και τα μέλη των επαρχιακών συμβουλίων (Ζέμστβο):
Αθήνας
«Εις τους τολμηρούς μαχητάς υπέρ της ελευθερίας και της Εθνικής Ανεξαρτησίας οι Ζέμστβο της Πετρουπόλεως αποστέλλουσιν ειλικρινή συγχαρητήρια δια τα περίλαμπρα αποτελέσματα των συμμάχων στρατών. Είθε το υπό των γενναίων χυθέν αίμα να συντελέση εις την ευδαιμονίαν των Βαλκανικών λαών οίτηνες εξεγέρθησαν εναντίον της προ αιώνων τυρρανίας. Είθε οι ακτίνες της Δόξης να καταυχάσωσι τους ανδρείους. Είθε οι ήρωες να καρπωθώσι τα αποτελέσματα των μεγάλων νικών των».[2]
Ο Πρόεδρος των Ζέμστβο
Γιάκωβλεφ
Τα μέλη
Βέλτερ, Έκαρεφ και Βασίλειεφ Χούμνερ
Σχετικά με τις τύχες της Μακεδονίας η Ρωσική διπλωματία σχεδίαζε την αυτονομία της. Σχετικά με το θέμα αυτό χαρακτηριστική είναι η ομιλία του Ρώσου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη στο Μεγάλο Βεζίρη περί:
«Αυτονομίας με επίσημον γλώσσαν την Ελληνικήν, Σερβικήν και Βουλγαρικήν παραχωρουμένης της Θεσσαλονίκης εις την Ελλάδα».[3]
Η θέση αυτή της Ρωσίας φαίνεται και από επιστολή του Ρώσου Αυτοκράτορα Νικολάου Β’ προς την Βασίλισσα της Ελλάδας Όλγα, ο οποίος τη συνιστά να παραμείνει στη Θεσσαλονίκη χωρίς να έχει κανένα ενδοιασμό για την Ελληνικότητα της Θεσσαλονίκης και να αποβλέπει το μέλλον με πεποίθησην. Ο Αυτοκράτορας δήλωνε ότι η Ρωσία θα υποστηρίξει σταθερά τα δίκαια της Ελλάδος στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου.[4] Γι’ αυτό και ο Βασιλιάς Γεώργιος Α’ ήρθε και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του όλο το χειμώνα του 1912-13 στη Θεσσαλονίκη.
Και ο Παρισινός «Χρόνος» διαψεύδη κατηγορηματικώς τον ισχυρισμόν των Βουλγάρων,
«ότι αυτοί κατέλαβον πρώτοι την Θεσσαλονίκην, επιβεβαιών ότι η πόλις κατελήφθη υπό του Ελληνικού στρατού όστις ουδεμίαν ανάγκην είχε της Βουλγαρικής ενισχύσεως, όπως ισχυρίζονται οι Βούλγαρoι».
Η Αυστριακή εφημερίδα της Βιέννης «Τσάϊτ», δεν εννοούσε να καταλάβει ακόμη τις αλλαγές που έφερε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος και συνέχιζε να επιμένει στην παραδοσιακή πολιτική της Αυστρίας προς τα Βαλκάνια. Χαρακτήριζε την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον Ελληνικό στρατό ως:
«Έχουσαν μάλλον χαρακτήρα επιδείξεως, όμοιας προς εκείνην την οποίαν είχεν η κατάληψις των Παρισίων υπό των Γερμανών κατά τον Γαλλογερμανικόν πόλεμον. Η Θεσσαλονίκη θα αυτονομηθεί εξομοιωμένου του λιμένος αυτής τον του Αμβούργου και της Βρέμης, οι οποίοι δημοκρατούνται».[5]
Η παράδοση της πόλης χωρίς όρους στον Ελληνικό στρατό οδήγησε τους Βούλγαρους στην παραβίαση της συμφωνίας της Βαλκανικής συμμαχίας. Αυτήν την ευκαιρία περίμενε η Ευρωπαϊκή διπλωματία για να παρέμβει στα Βαλκανικά πράγματα.
Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον Ελληνικό στρατό η Βαλκανική συμμαχία χαλάρωσε. Τώρα το κέντρο βάρους από το θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων πέρασε οριστικά στο θέατρο των αλληλοφαγωμάρων και των σκευωριών.
Σε μια ανασκόπηση των αποτελεσμάτων του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου ο Λεβάντ Εράλ, επισκοπών την σημερινήν κατάστασιν, διαπιστώνει ότι:
«Οι μεταξύ των συμμάχων δεσμοί εχαλάρωσαν, δεύτερον δε η συμφωνία των Δυνάμεων είναι σήμερον πλήρης.
Οι Βούλγαροι επέδειξαν καταπληκτικήν απληστίαν, και τούτο ίσως τοις στοιχίση ακριβά.[6]
Ο πόλεμος παρουσίασεν αποτελέσματα απροσδόκητα. Δηλαδή οι μεν Έλληνες και Σέρβοι οίτινες εθεωρούντο ασθενείς και κακώς οργανωμένοι κατίρθωσαν, ότι ηθέλησαν, εκ των λοιπών δε οι μεν Μαυροβούνιοι προ δυο ετών ζητούντες πόλεμον, σήμερον κατήντησαν να διαμαρτύρονται διότι η φρουρά της Σκόδρας παραβιάζει την ανακοχήν!!
Όσον αφορά τους Βουλγάρους, ούτοι παρά την φοβάν φήμην του στρατού των είνε αναμφίβολον ότι εάν εύρισκον εκ μέρους των Τούρκων την δέουσαν αντίστασιν ελάχιστα θα ηδύνοντο να πράξωσι. Τα προ της εν Μέτραις ανακωχής γεγονότα αρκούντως αποδεικνύουσι τούτο.
Νυν οι μεν Έλληνες θεωρούσι την Θεσσαλονίκην κτήμα των, οι δε Βούλγαροι διακηρύττουσιν ότι δεν δύναται να εγκαταλείψωσιν αυτήν.
...και άνευ επεμβάσεως ευρωπαϊκής είναι βέβαιον ότι η πολυπαθής Χερσόνησος θέλει Πόλιν καταστή θέατρον αδελφοκτόνων αγώνων.
Ευτυχώς η Ευρώπη είναι σήμερον σύμφωνος όπως παρακωλύση την έκρηξιν νέας θυέλλης εν Ανατολή.
Αι Δυνάμεις επωφελούμεναι της εξασθενίσεως της Βαλκανικής συμμαχίας, θα εντείνωσι τας προσπαθείας των όπως επιτύχωσι τούτο.
Συμπέρασμα. Οι Βούλγαροι απέδειξαν καταπλυκτικήν απληστίαν, και τούτο ίσως τοις στοιχίση ακριβά». [7]
Η «ΣΑΛΠΙΓΞ» με τίτλο: «Τι γίνεται εις την Θεσσαλονίκην, ποία είναι η διαγωγή των Βουλγάρων;» αναφέρει μια σειρά εχθροπραξίες των Βουλγάρων. Απόπειρα κατάληψης γέφυρας, του σιδηροδρομικού του Δεδέ-Αγάτς έξω από τη Θεσσαλονίκη, λεηλασίες και σφαγές στην ύπαιθρο, στην Καβάλα, στις Σέρρες και παντού. [8]
Η θέση της Ρωσίας για τη Θεσσαλονίκη υπέρ της Ελλάδος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο διπλωματικό πεδίο ενάντια στα διάφορα σενάρια και επιδιώξεις περί διεθνοποίησης κ.λ.π. Αυτό φαίνεται καθαρά και στην επιστολή του Τσάρου Νικολάου Β’ προς τη Βασ. Όλγα δηλώνοντας,
«ότι η Ρωσία θα υποστηρίξη σταθερώς τα δίκαια της Ελλάδος κατά την εν Λονδίνω συγκροτηθησομένην συνδιάσκεψην».[9]
Σύντομα στο Λονδίνο θα άρχιζαν οι διαπραγματεύσεις των πρεσβευτών των μεγάλων και συγχρόνως άρχιζαν οι συνομιλίες των Βαλκανικών συμμάχων με τη Τουρκία για τους όρους της συνθήκης ειρήνης. Η πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων στους συμμάχους για τα δικά τους συμφέροντα ήταν ισχυρή και όξυνε ακόμα τις αντιθέσεις αντί να τις αμβλύνει. Ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος είναι ένας μεγάλος σταθμός στην ιστορία των Βαλκανικών λαών. Το σημαντικό αυτό ιστορικό γεγονός απέδειξε, ότι ενωμένοι οι λαοί των Βαλκανίων είναι όχι μόνο ακατανίκητοι αλλά και ικανοί να ανατρέψουν τις προσδοκίες των Μεγάλων Δυνάμεων.
[1] Ό. π., 6-11-1912
[2] Ό.π., 17-11-1912
[3] Ό.π., 2-12-1912
[4] Ό.π., 8-12-1912
[5] Ό.π., 1-11-1912.36. Ό.π., 22-12-1912
[6] Ό.π., 22-12-1912
[7] Ο. π., 22-12-1912
[8] Βλ. Ο. π., 20-12-1912
[9] Ο. π., 8-12-1912.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου