Translate/Μετάφραση

3 Φεβ 2016

Η ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΓΡΕΒΕΝΩΝ- ΒΟΪΟΥ (1941- Άνοιξη 1943)


7. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΝΟΠΛΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΚΑΙ Η ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ  «ΑΣΤΡΑΠΗ»

Αρχίζει ανοιχτά η ένοπλη δράση. Στις 16 του Γενάρη το ένοπλο τμήμα με τον Τασιανόπουλο και το Θεοχαρόπουλο αφοπλίζουν την υποδιοίκηση χωροφυλακής Πολυνερίου. Οι χωροφύλακες αφού παρέδωσαν τον οπλισμό τους μαζί με τον υπομοίραρχο Ιωάννη Καλαφατάκη έφυγαν για τα Γρεβενά εκτός από έναν χωροφύλακα τον κρητικό Ζαχαρία Αναγνωστάκη, που  κατατάχθηκε στον ΕΛΑΣ. Αργότερα όπως πληροφορήθηκα ο υπομοίραρχος Καλαφατάκης βρέθηκε όμοιρος στην Ιταλία.


Στις 20 του Γενάρη το ένοπλο τμήμα υπό τη διοίκηση του υπολοχαγού Κυρατζόπουλου - Φωτεινού και υποδιοικητή τον ανθυπολοχαγό Θεοχαρόπουλο - Σκοτίδα ξεκινάει μια θριαμβευτική πορεία σε όλα τα χωριά Γρεβενών και Βοΐου. Από το χωριό Κυδωνιές μέχρι τις 28 του Γενάρη κάτω από αδιάκοπες χιονοπτώσεις περνάει όλα τα χωριά γύρω από τα Γρεβενά, Ροδιά, Σύδεντρο, Αμυγδαλιές, Άγιο Γεώργιο, Κιβωτό, Κοκκινιά και με έφοδο κατέλαβε τη γέφυρα του Αλιάκμονα την οποία φύλαγε δύναμη χωροφυλακής από 20 άνδρες. Οι χωροφύλακες δεν αντιστάθηκαν, κανείς όμως δεν εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ. Πρέπει να τονίσουμε ότι οι υποδιοικήσεις χωρωφυλακής δεν πρόβαλαν καμία ένοπλη αντίσταση κατά τον αφοπλισμό τους από τους αντάρτες, εκτός από μεμονομένες περιπτώσεις ατόμων που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές.
Το ίδιο βράδυ 28-29 του Γενάρη το ένοπλο τμήμα αφοπλίζει την υποδιοίκηση χωροφυλακής της Σιάτιστας. Ο υποδιοικητής υπομοίραρχος Θ. Βενετσανόπουλος ύστερα από λίγες μέρες βγήκε στο βουνό και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αντίσταση. Η εμφάνιση του τμήματος δύναμης 30 ανδρών, όλων  ντυμένων με καινούργιες στρατιωτικές στολές και οπλισμένων καλά με όπλα και οπλοπολυβόλα, των αξιωματικών με τα διακριτικά των βαθμών τους, με τη γαλανόλευκη που την κρατούσε ένα γεροδεμένο και ψηλό παληκάρι[1], επιδρούσε ακόμα πιο πολύ στο ηθικό του λαού. Ακόμα για να προκληθεί εντύπωση στο λαό της πόλης και γενικότερα, κυρίως να φθάσουν οι πληροφορίες πιο πολύ εξογκωμένες στον εχθρό για τη δύναμη των ανταρτών - όπως μας αφηγείται ο αρχηγός του τμήματος Φωτεινός - κατάφυγαν στο εξής τέχνασμα: «Δώσαμε εντολή στους συνδέσμους που είχαμε μαζί μας να ειδοποιήσουν τους δήθεν λόχους μας, που κατείχαν τα γύρω υψώματα της πόλης και τις διαβάσεις, να κινηθούν και να συγκεντρωθούν σε καθορισμένο σημείο και την καθορισμένη ώρα έξω από την πόλη, προς την κατεύθυνση Βεντζίων. Οι εντολές δίνονταν στους συνδέσμους προφορικά και φωναχτά, ώστε να ακούονται από τους πολίτες που ήσαν συγκεντρωμένοι».
Από τη Σιάτιστα το τμήμα έφυγε για τα Βέντζια. Μετά την αναχώρηση από τη Σιάτιστα η χωροφυλακή τηλεγράφησε και ανέφερε στις αρχές ότι «δύναμη από 300 αντάρτες οργανωμένη σε λόχους με βαριά πολυβόλα και όλμους, με επικεφαλής αξιωματικούς κατέλαβε την πόλη Σιάτιστα, αφόπλισε τη χωροφυλακή, παρήλασε στην πόλη και κατέφυγε στα βουνά».
Από στόμα σε στόμα οι αντάρτες γίνονταν 500, 1000, 2000, με πυροβολικό. Η φαντασία του λαού μεγάλωνε και θέρμαινε τις καρδιές του σκλαβωμένου μας λαού.
Ύστερα από λίγες μέρες ο Βενετσανόπουλος με λίγους χωροφύλακες και άλλους πατριώτες βγήκαν στο βουνό, στον ΕΛΑΣ και αποτέλεσαν τον πυρήνα του τμήματος του ΕΛΑΣ του Σινιάτισκου που σε συνέχεια πλαισιώθηκε από τους ανθυπολοχαγούς Κατσόγιαννο, Ρόσιο και Χαρισιάδη. Η δημιουργία του αντάρτικου στο Σινιάτσικο επιταχύνθηκε ύστερα από την είσοδο στη Σιάτιστα του ένοπλου τμήματος των Γρεβενών - Βοΐου.[2]
Η εξόρμηση του αντάρτικου τμήματος στα χωριά των Βεντζίων και των Χασίων είχε την ίδια επιτυχία. Στα Βέντζια καταδίωξε και τους λεγεωνάριους των αδελφών Δημαρέληδων που είχαν καταφύγει από τη Θεσσαλία με 3000 αιγοπρόβατα αρπαγμένα και κλεμένα από νοικοκυραίους, τα οποία, με ισχυρή δύναμη προωθήθηκαν στη Θεσσαλία με εντολή να επιστραφούν στους ιδιοκτήτες. Οι Δημαρέληδες κατόρθωσαν να διαφύγουν στα Γρεβενά και να ενωθούν με τους λεγεωνάριους Μητσομποναίους. Δημιουργήθηκε και στα Βέντζια το αντάρτικο από τους Νταγκαίους, τον Αρμένη Μηνά και άλλους με αρχηγό το δάσκαλο Ζυγούρα Δ. - Παλαιολόγο και το αντάρτικο των Χασίων. Μετά τον αφοπλισμό της υποδιοίκησης χωροφυλακής Πολυνερίου οργανώθηκε το αντάρτικο τμήμα του ορεινού όγκου της Πίνδου με αρχηγούς τους ανθυπολοχαγούς Γκανάτσιο Β. - Χείμαρρο, Παπαδόπουλο Η. - Νικηφόρο, Τόλη Χρ. – Προμηθέα, Σπύρο Παπαδημητρίου και άλλους, που περιφερόταν στα νοτιοδυτικά χωριά των Γρεβενών. Στις αρχές του Φλεβάρη ύστερα από σκληρή μάχη εξοντώνουν την ιταλική φρουρά στο χωριό Βωβούσα με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 30 Ιταλοί και να αιχμαλωτιστούν πέντε. Δικοί μας ένας νεκρός, ο Νταλλός από το χωριό Φιλιππαίοι.
   Η φανερή ένοπλη εξέγερση στα χωριά Γρεβενών και Βοΐου που άρχισε από τις 15 του Γενάρη, τρόμαξε τους Ιταλούς των Γρεβενών, αλλά και το επιτελείο κατοχής και την κυβέρνηση των Κουίσλιγκ στην Αθήνα. Οι Ιταλοί περιόρισαν τις κινήσεις τους στους δημόσιους δρόμους Γρεβενών - Κοζάνης, Γρεβενών - Νεάπολης, Γρεβενών - Καλαμπάκας και Νεάπολης - Καστοριάς. Πήραν αυστηρά μέτρα φύλαξης, δυνάμωσαν τα φυλάκια και τις περιπολίες γύρω από την πόλη των Γρεβενών. Από την άλλη μεριά είχαμε τις φανερές κινήσεις των ένοπλων τμημάτων στα χωριά, με ομιλίες στις πλατείες των χωριών για τους σκοπούς του ΕΑΜ, τις αυστηρές προειδοποιήσεις σε όσους έδειχναν τάση συνεργασίας με τον εχθρό, τη διανομή στους φτωχούς και σε συσσίτια στα παιδιά των σιτηρών από τις αποθήκες. Η άψογη συμπεριφορά των ανταρτών, ενέπνεε θάρρος και πίστη στον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας. Ήταν μια τολμηρή επίδειξη στον εχθρό με τεράστιες, θετικές συνέπειες για τον παλλαϊκό ξεσηκωμό της περιοχής Γρεβενών - Βοΐου. Οι νέοι πύκνωναν τις γραμμές του ΕΛΑΣ εθελοντικά και σε κάθε χωριό δημιουργούνταν οι εφεδρικές ομάδες του ΕΛΑΣ, με διοικητές έφεδρους υπαξιωματικούς και μαχητές του ελληνο-ιταλικού πολέμου.




[1] Το παλικάρι αυτό ήταν ο Ανδρέας Τσιάτας από το χωριό Κυδωνιές Γρεβενών.


[2] Ο.π. τετρ. 3, σ. 256-274.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου