Σελίδες

18 Οκτ 2022

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΟΧΙ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟΥΣ ΙΤΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΕΠΙΔΡΟΜΕΙΣ

Από τα απομνημονεύματα Εθνικής Αντίστασης 1940-1944 του Δημήτρη Κυρατζόπουλου-Φωτεινού, "Δυτική Μακεδονία η Ελεύθερη Ελλάδα της Κατοχής, Τόμος Α"


Έτσι φτάσαμε στην 28η του Οκτώβρη του 1940, στην ιστορική αυτή ημέρα, με το τελεσίγραφο του Μουσολίνι και την απόρριψή του από την κυβέρνηση, από το Μεταξά, που ήταν πρωθυπουργός και
υπουργός των εξωτερικών, με το ιστορικό «ΟΧΙ», το καινούργιο «μολών λαβέ».
Η απόρριψη του τελεσίγραφου των Ιταλών από τον Μεταξά στις 28 Οκτώβρη με το ιστορικό «ΟΧΙ», έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αντίσταση του λαού κατά των επιδρομέων του Άξονα, που η σημασία του, η απήχηση και τα αποτελέσματά του από τον αντίκτυπο αυτό, ξεπερνούν τα σύνορα της Ελλάδας και έχουν διεθνή σημασία, ήταν προς όφελος όλης της ανθρωπότητας. Πολλοί θέλουν να μειώσουν την σημασία και τον αντίκτυπό του, θέλουν να υποβιβάσουν το ρόλο και το κύρος του Μεταξά σ’αυτό το γεγονός επειδή ήταν δικτάτορας, αλλά και συγγένευε ιδεολογικά με τον χιτλεροφασισμό και στην Ελλάδα είχε επιβάλει φασιστικό καθεστώς.
Νομίζουμε ότι οι κύκλοι που υποστηρίζουν ότι το «ΟΧΙ» του Μεταξά ήταν «ψεύτικο» και ότι δεν είχε «καμιά απολύτως σημασία και επίδραση στο λαό, στο στρατό και στα γεγονότα που επακολούθησαν», υποστηρίζουμε ότι οι κύκλοι αυτοί είναι ξένοι και έξω από την πραγματικότητα.
Μόνο όσοι έζησαν τις δραματικές εκείνες στιγμές του Οκτώβρη, τότε που κραδαίνονταν η σπάθη των Ιταλών και του Άξονα, πάνω από το λαό, τότε που όλη η Ευρώπη χτυπιόνταν και σφάδαζε κάτω από τη σκληρή μπότα του χιτλεροφασισμού, μόνο αυτοί ξέρουν πώς ο λαός ήταν ψυχικά ενωμένος και περίμενε τι θα πει και τι θα κάνει η κυβέρνηση.
Δημήτρης Κυρατζόπουλος-Φωτεινός
Δημήτρης Κυρατζόπουλος-Φωτεινός
Και όταν ο λαός και ο στρατός άκουσε το «ΟΧΙ» που είπε ο Μεταξάς και ας ήταν ψεύτικο όπως ισχυρίζονται, τότε όλος ο στρατός και ο λαός έγινε ένα σώμα, μια ψυχή, ένα γρανιτένιο τείχος, που έφραξε και τσάκισε την επίθεση των Ιταλών στα ίδια τα σύνορα και στην πρώτη γραμμή. Εμείς που ζήσαμε όλες εκείνες τις δραματικές και τραγικές στιγμές του Οκτώβρη, μέσα στο λαό και στο στρατό, στην πρώτη γραμμή και στα σύνορα, εκεί που παίχτηκε το δράμα, εκεί που ο λαός και στρατός τα έπαιξε όλα για όλα και είπε το «ταν ή επί τας», εκεί που έπαιξε την τύχη του «κορώνα γράμματα», εμείς νιώσαμε στα κατάβαθα της ψυχής την απάντηση του «ΟΧΙ», εμάς όλους ηλέκτρισε και εμψύχωσε, εμάς όλους μας ξεσήκωσε στον αγώνα υπέρ πάντων.
Και αν ο Μεταξάς υποκλίνονταν και υπέκυπτε στο τελεσίγραφο; Ποιος θα ξεσηκώνονταν και ποιος θα εναντιώνονταν; Όλοι ήμασταν ενάντια στους Ιταλούς, λαός και στρατός, αλλά δεν υπήρχε κεφαλή, οργάνωση, που θα παραμέριζε το Μεταξά, θα έπαιρνε την αρχή και θα αντιστέκονταν στους Ιταλούς. Κι εμείς που ζήσαμε όλη αυτή την κατάσταση από κοντά, μέσα στη ζωή και τη δράση σαν ενεργά πρόσωπα και όχι από μακριά και σαν παρατηρητές, ή εκ των υστέρων από τα χαρτιά και τα μυθεύματα άλλων, εμείς που ζήσαμε και παρακολουθήσαμε την εξέλιξη των γεγονότων, ως την 28η του Οκτώβρη που δόθηκε η απάντηση του Μεταξά με το «ΟΧΙ», εμείς που πήραμε μέρος ενεργό - έστω μικρό - αν και πολέμιοι ή και αντίθετοι της πολιτικής και της τακτικής του Μεταξά, λέμε ότι το «ΟΧΙ» που ειπώθηκε από το Μεταξά δεν ήταν ψεύτικο, αλλά ήταν απόρροια των συμφερόντων που εξυπηρετούσε και από αυτήν την πλευρά στη δοσμένη στιγμή. Η προσφορά του ήταν θετική, προς όφελος της Ελλάδας. Και το δικό του το «ΟΧΙ», ο λαός και ο στρατός το έκανε σύνθημα παλλαϊκό και σημαία, μ’ αυτό έγραψε τα αθάνατα κατορθώματα και το έπος της Αλβανίας. Και οι ταλαντεύσεις του Μεταξά προέρχονταν από τις ιδεολογικές του αντιλήψεις και τοποθετήσεις και από την ήδη υπάρχουσα και διαμορφωμένη κατάσταση στην Ευρώπη.
Το «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού στα 1940 που δόθηκε σαν απάντηση στο τελεσίγραφο των Ιταλών φασιστών και αργότερα στο χιτλεροφασισμό, τον Χίτλερ, συμβολίζει την αέναη δόξα, την ακατάβλητη και δυναμική ορμή και θέληση του ελληνικού λαού για αγώνα και πάλη ενάντια στους ξένους εχθρούς και επιδρομείς.
Συμβολίζει το αγέρωχο πνεύμα και την αγάπη προς την ελευθερία και την ανεξαρτησία, την αθάνατη και άσβεστη Ελλάδα με τους αγώνες της για ελευθερία, ανεξαρτησία και δημοκρατία.
Το ΟΧΙ περικλείνει μέσα του το διακαή πόθο και την ομόθυμη θέληση και απόφαση του λαού να αντιταχθεί στη βία, τις φοβέρες και τις άδικες απαιτήσεις των Ιταλών φασιστών για υποταγή της Ελλάδας.
Το ΟΧΙ περικλείνει και συνενώνει όλο το λαό, ανεξάρτητα από πολιτικές, οικονομικές, θρησκευτικές και ιδεολογικές πεποιθήσεις, ανταποκρίνεται πλήρως στην υπάρχουσα κατάσταση και στα καθήκοντα της εποχής και της στιγμής εκείνης, αντιπροσωπεύει όλο το έθνος και όλες τις τάξεις και παρατάξεις, περικλείνει όλη τη μακραίωνη ιστορία του ελληνικού έθνους, με τις παραδόσεις και παρακαταθήκες της. Και το ΟΧΙ είναι το σύμβολο της συμπυκνωμένης ιστορικής και αδιάκοπης ενεργητικότητας και δράσης του ελληνικού λαού για τη ζωή και την ύπαρξή του δια μέσου των αιώνων, είναι το κατατεθέν σήμα και σύμβολο του ελληνικού λαού, της Ελλάδας.
Το ΟΧΙ ήταν η απάντηση που έδωσε ο Μεταξάς σαν κυβερνήτης της χώρας. Γύρω λοιπόν από το «ΟΧΙ» έχουν γραφεί πολλά, από φίλους και αντιπάλους, από πολλές πλευρές, που αντικρούει η μια την άλλη.
Όταν το πρόβλημα το εξετάσουμε μόνο από την πολιτική σκοπιμότητα, από τη μια πλευρά, τότε μπορούμε να πούμε ότι το «ΟΧΙ» δεν το είπε και δεν είναι του Μεταξά, αλλά του ελληνικού λαού και στρατού.
Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος έδειξε πράγματι τον αποφασιστικό ρόλο των λαϊκών μαζών, που δημιούργησαν την ιστορία τους, όμως επίσης φανερώθηκε και ο ρόλος των πρωτοπόρων και προοδευτικών παραγόντων, που βρίσκονταν επικεφαλής των μαζών στον αγώνα και την πάλη για λευτεριά και ανεξαρτησία, για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές. Και οι δυνατότητες επιτάχυνσης της ιστορίας εξαρτώνται ευθέως από την ενεργητική συμμετοχή των ανθρώπων στην πολιτική ζωή, την οργάνωση και τη συνείδηση, όπως επίσης και την κατανόηση που έχουν για τα συμφέροντά τους. Οι δε επικεφαλής, οι αρχηγοί, μπορούν με την καθοδήγησή τους να υποβοηθήσουν ή να εμποδίσουν, δηλαδή να επιταχύνουν ή να επιβραδύνουν την πορεία εξέλιξης των γεγονότων και ως ένα βαθμό όλη την πορεία της κοινωνικής ζωής.

2 Απρ 2022

Ο Αείμνηστος Βίκτωρ Νέτας για τον Κυρατζόπουλο-Φωτεινό

Με μεγάλη χαρά ανακοινώνουμε την επανέκδοση σε ψηφιακή μορφή του βιβλίου με τα Απομνημονεύματα του Δημήτρη Κυρατζόπουλου-Καπετάν Φωτεινού για την Εθνική Αντίσταση- «Δυτική Μακεδονία - η Ελεύθερη Ελλάδα της Κατοχής». Παρακάτω αναδημοσιεύουμε την κριτική του βιβλίου από τον αείμνηστο Βίκτωρα Νέτα, το 2003.
https://books2read.com/fotinos

ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ ΤΟΥ ΑΓΩΝΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΥ ΗΓΕΤΗ ΦΩΤΕΙΝΟΥ

Ήταν για μένα ο καπετάν Φωτεινός ένα μυθικό, ένα θρυλικό πρώσοπο με όσα άκουγα από μεγαλύτερούς μου για το αντάρτικο στην ιδιαίτερη πατρίδα μου το Βόιο, και γενικότερα στη Δυτική Μακεδονία. Είχα διαβάσει αρκετά από όσα, μάλλον μονόπλευρα, είχαν γραφτεί για τη μάχη του Φαρδύκαμπου, μιά από τις σημαντικότερες της Εθνικής Αντίστασης, κατά γενική αναγνώριση. Ελάχιστα, όμως, είχα διαβάσει για την Εθνική Αντίσταση στη Δυτική Μακεδονία, που κράτησε ελεύθερες ολόκληρες περιοχές, αλλά και έκανε πολυμέτωπο αγώνα για να αντιμετωπίσει εκτός από τον κατοχικό εχθρό και άλλες απειλές.

Απροσδόκητα την Άνοιξη του 1979 πήρα μέσω του δασκάλου Θανάση Γκουντρούφα έναν φάκελο που μου έστειλε από τις Κυδωνιές των Γρεβενών ο Δημήτρης Κυρατζόπουλος-Φωτεινός. Είχε μέσα ένα τετράδιο με την εικόνα του Πούσκιν στο εξώφυλλο και ένα τετράστιχο του μεγάλου ποιητή στα ρωσικά. Σ’ αυτό το τετράδιο με στρωτά καθαρά γράμματα ο Καπετάν Φωτεινός περιέγραφε με λεπτομέρειες τη μάχη του Φαρδύκαμπου και μου ζητούσε να δημοσιεύσω το κείμενο στην «Ελευθεροτυπία». Διάβασα προσεκτικά και ξεκαθάρισα πολλά από όσα συγκεχυμένα είχα κατά καιρούς διαβάσει.

Επιμελήθηκα τη δημοσίευση του κειμένου σε συνέχειες στην εφημερίδα, που άρχισαν από την 1η Απριλίου 1979.

Έδινε η δημοσίευση τη δυνατότητα κριτικής και ελέγχου της αξιοπιστίας του συγγραφέα Καπετάν Φωτεινού από όσους είχαν πάρει μέρος στην περίφημη μάχη. Ήταν πολλοί αυτοί που ζούσαν τότε και μπορούσαν να αντιδράσουν με μια επιστολή τους στην εφημερίδα, όπως συνήθως συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις, όταν αμφισβητείται από άλλους, που συμμετείχαν στα γεγονότα, η ακρίβεια της περιγραφής. Δεν αντέδρασε ούτε ένας αρνητικά στην εξιστόρηση του Φωτεινού. Όλα τα σχόλια ήταν θετικά.

Στενός συγγενής μου ο αείμνηστος δάσκαλος Ιωάννης Ατζάρης-σύζυγος αδελφής της μητέρας μου- έφεδρος ανθυπολοχαγός στον πόλεμο της Αλβανίας, βενιζελικός και ακριβοδίκαιος, που πήρε μέρος στη μάχη του Φαρδύκαμπου, διάβασε την εξιστόρηση του Φωτεινού και μου είπε: «Όλη η οργάνωση ξεκίνησε απο το Τσοτύλι. Από εκεί ήρθαν και στη Νεάπολη και μας κινητοποίησαν να πάμε να πολεμήσουμε τους Ιταλούς στον Φαρδύκαμπο. Επικεφαλής ήταν ο Δημήτρης Κυρατζόπουλος. Αυτός ήταν η ψυχή. Αυτά που έγραψε είναι αληθηνά και σωστά. Τα περιέγραψε όπως εξελίχθηκαν και τα είδε ο ίδιος. Δεν τα τροποποίησε κατά το συμφέρον του. Εμείς από τη Νεάπολη, από όπου είχαν φύγει οι Ιταλοί και ήρθαν οι αντάρτες, κατεβήκαμε στο Μικρόκαστρο, όπου επικεφαλής στο εκεί επιτελείο ήταν ο ταγματάρχης του στρατού Κοντονάσης Ιωάννης. Μετά τη μάχη εμείς γυρίσαμε στα χωριά μας. Η ομάδα των ανταρτών με τον Κυρατζόπουλο, αυτοί οι καπεταναίοι, πήραν τους Ιταλούς αιχμαλώτους και πήγαν στο Ζουπάνι. Είναι δύσκολο το έργο του ιστορικού. Ο καθένας επηρεάζεται από τα προσωπικά του ή τα κομματικά και τα λέει όπως θέλει. Γι΄ αυτό φημίζεται ο Θουκιδίδης ως ο αντικειμενικός και αξεπέραστος ιστορικός.

Αυτή ήταν μια ακόμη μαρτυρία για τη σωστή περιγραφή της μάχης από τον Φωτεινό, μαζί με άλλες και μου είπαν παληοί αντάρτες, όταν επισκέφθηκα τη Νεάπολη. Το ίδιο θετικές ήταν οι αντιδράσεις, όταν δημοσίευσα και ένα δεύτερο κείμενο του Καπετάνιου για την Εθνική Αντίσταση.

Σε ένα γράμμα που μου έστειλε από τις Κυδωνιές στις 22 Ιουνίου 1979 ο Φωτεινός έγραφε: «Αρκετοί μέχρι σήμερα έχουν γράψει για την Εθνική Αντίσταση και ο καθένας απ’ τη σκοπιά του δίνει και χαρακτηρίζει τα γεγονότα και το όλο ή εν μέρει έργο, σύμφωνα με την πολιτική του τοποθέτηση ή και συμφέρον. Αν κάπως επιμένω στη δημοσίευση ορισμένων γεγονότων και συμβάντων, αυτό γίνεται με σκοπό να διορθώσω και αποκαταστήσω μερικές αναλήθειες και διαστρεβλώσεις που έχουν δημοσιευτεί. Και πιο πολύ να κινήσω το ενδιαφέρον από κάθε πλευρά για να γίνει μία ολόκληρη μελέτη και εκστρατεία, αν επιτρέπεται ο όρος αυτός, να φωτιστεί το όλο έργο της Εθνικής Αντίστασης, να καταξιωθεί η αντίσταση σαν ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά επιτεύγματα και να καταλάβει την πρέπουσα και εξέχουσα θέση στην πολιτεία».

Λίγο αργότερα ο Καπετάνιος κατέβηκε στην Αθήνα, συναντηθήκαμε, τα είπαμε για λίγο και του εξέφρασα την ειλικρινή μου χαρά που μου εμπιστεύθηκε κείμενά του και που γνώρισα από κοντά έναν θρύλο, έναν καταξιωμένο από τους αγώνες του συμπατριώτη μου. Του υποσχέθηκα να τον επισκεφθώ το καλοκαίρι στις Κυδωνιές στο χωριό του, όπου έμενε μόνιμα στο πατρικό του σπίτι και επεξεργαζόταν τα απομνημονεύματά του.

Ανέβηκα στις Κυδωνιές, που είναι ένα απο τα γραφικά Γρεβενοχώρια και πέρασα μία από τις πιο ενδιαφέρουσες μέρες της ζωής μου, ακούγοντας τον Καπετάνιο να αφηγείται με σεμνότητα τη δράση του στην Εθνική Αντίσταση, αλλά και να κρίνει με αυστηρότητα και έντονη πίκρα πρόσωπα και γεγονότα, που ήταν η αιτία να μην καταξιωθεί ο λαϊκός απελευθερωτικός αγώνας και οι αγωνιστές να βρεθούν καταδιωκόμενοι στο δρόμο μιας προσφυγιάς σκληρής, γεμάτης απογοητεύσεις και καημούς για την πατρίδα και τη νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε. Ο Καπετάνιος δε μασούσε τα λόγια του. Έλεγε απλά και καθαρά αυτό που πίστευε, εκφράζοντας τη γνώμη των λαϊκών αγωνιστών, όπως τα έλεγε και τότε με αποτέλεσμα να μείνει στο περιθώριο. Δεν ήταν η γκρίνια της ήττας. Ήταν ο ίδιος καημός με εκείνον του στρατηγού Μακρυγιάννη, που τον μνημόνευε ο Φωτεινός σε ένα από τα γραπτά του που μου είχε στείλει: «Ποιός σας είπε, τους λέει, να σηκώσετε άρματα και να δυστυχήσετε;».

Διαβάζοντας τα απομνημονεύματα του Φωτεινού ο αναγνώστης, ιδιαίτερα εκείνος που γνωρίζει την ιστορία της Αντίστασης, του εμφυλίου και τις μετέπειτα εξελίξεις, διαπιστώνει ότι ο Καπετάνιος με την γενναιότητα του πολεμιστή δεν μασάει τα λόγια του ούτε και στα γραπτά του. Γι΄αυτόν ακριβώς το λόγο αυτό το βιβλίο έχει ιδιαίτερη αξία και είναι μία σημαντική προσφορά στην έρευνα της πρόσφατης ιστορίας του τόπου.

Πλουτίζεται με τα απομνημονεύματα του Δημήτρη Κυρατζόπουλου-Φωτεινού η σχετικά φτωχή βιβλιογραφία για το αντάρτικο στη Δυτική Μακεδονία και προσφέρεται στον ιστορικό αυτής της ηρωικής αλλά ταυτόχρονα και τραγικής περιόδου, στοιχεία από πρώτο χέρι και κρίσεις άδολες, ένα πλούσιο υλικό για μελέτη και αξιολόγηση. Αυτός άλλωστε ήταν και ο στόχος του συγγραφέα και η επιθυμία του, που εκπληρώνεται με αυτήν την έκδοση.

Δείχνει ακόμη αυτό το βιβλίο ότι η ιστορία διδάσκει, αλλά οι Έλληνες ως λαός δεν διδάσκονται. Γι΄αυτό και η ιστορία επαναλαμβάνεται και επιβεβαιώνεται ο μέγας Θουκιδίδης που κατηγορηματικά έγραψε οτι αυτά που συνέβησαν και αυτά που θα συμβούν στο μέλλον θα είναι όμοια ή παραπλήσια.

Αυτά που συνέβησαν στην επανάσταση του 1821 επανελήφθησαν και με την επανάσταση της Εθνικής Αντίστασης, διότι επρόκειτο για επανάσταση με αίτημα μια ελεύθερη, δημοκρατική Ελλάδα με τον λαό κυρίαρχο στον τόπο του. Οι απλοί λαϊκοί άνθρωποι που ξεκίνησαν τον αγώνα, μπήκαν μπροστά και με την αναγνώριση του λαού αναδείχθηκαν ως η φυσική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, την κρίσιμη ώρα βρέθηκαν στο περιθώριο μαζί με τα λαϊκά οράματα. Δεν άξιζε τέτοια τύχη ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821, που καπελώθηκε με μια ξενόφερτη μοναρχία, η οποία τσαλάκωσε τα δημοκρατικά συντάγματα που ψήφισαν οι αγωνιστές στην Επίδαυρο, το Άστρος και την Τροιζήνα και κυβέρνησε απολυταρχικά. Την ίδια τύχη είχε και ο απελευθερωτικός αγώνας στη διάρκεια της κατοχής, ένας αγώνας από τους λαμπρότερους της ιστορίας, με τεράστιες θυσίες και μεγάλα οράματα. Ο Φωτεινός διεξοδικά και με θάρρος διατυπώνει τις θέσεις του που είχε διαμορφώσει συμμετέχοντας στα γεγονότα. Μπορεί να διαφωνεί κανείς σε πολλά σημεία, αλλά δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει την ανοιχτή πολιτική σκέψη του λαϊκού ηγέτη που ήρθε και σε ανοιχτή σύγκρουση με τη στενή κομματική γραμμή, που διαμορφωνόταν εκτός του πεδίου των γεγονότων και χωρίς άμεση και απευθείας επαφή με τον ίδιο το λαό, ενώ αυτός είχε το δικαίωμα να καθορίσει την τύχη του συμμετέχοντας στις αποφάσεις. Γι’ αυτόν το λαό, που πολλαπλά και από όλες τις πλευρές αδικήθηκε και υπέφερε, ενώ τόσα πολλά πρόσφερε για την πατρίδα και την προκοπή της, έγραφε ο Δημήτρης Κυρατζόπουλος-Φωτεινός ακατάπαυστα. Σε ένα γράμμα του, που μου είχε στείλει, σειμείωνε, πως αν επιμένει στη δημοσίευση ορισμένων γεγονότων και συμβάντων, αυτό γίνεται με σκοπό να διορθώσω και αποκαταστήσω μερικές αναλήθειες και διαστρεβλώσεις, αλλά και από υποχρέωση στο λαό της Μακεδονίας και πιο πολύ προς το λαό της Δυτικής Μακεδονίας που τόσα πολλά προσέφερε και υπήρξε ο λαός αυτός όχι μόνο στην πρωτοπορία, αλλά κυρίως υπήρξε ο κύριος και σταθερός παράγοντας στη νίκη του Εθνικοαπελευθερωτικού πολέμου τόσο το 1940-41, άλλο τόσο και περισσότερο στα χρόνια της κατοχής.

Με θάρρος ο Φωτεινός αναζητεί στο βιβλίο αυτό τα αίτια της ήττας του αριστερού δημοκρατικού κινήματος, διπιστώνει εξιστορώντας τα γεγονότα, ότι ο λαός και πίστεψε και πρόσφερε τα πάντα «όμως η ηγεσία και η καθοδήγηση του αγώνα δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες αυτές του λαού και των αγωνιστών, φάνηκε κατώτερη και ανάξια της εμπιστοσύνης με την οποία την περιέβαλε ο λαός και το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα που το οδήγησε στην ήττα και την παράδοση των όπλων, που τη θεωρούμε ατιμωτική».

Γνωρίζει, προβλέπει και γράφει ποιά θα είναι η αντίδραση σ’ αυτές τις κρίσεις που θέτουν ένα τεράστιο θέμα για διερεύνηση από την ιστορία. Αυτός προσφέρει με αυτό το βιβλίο την προσωπική του μαρτυρία, αλλά και την αξιολόγηση γεγονότων και προσώπων. Η ιστορία θα τα διασταυρώσει και θα μπορέσει να φωτίσει την αλήθεια, όταν θα ανοίξουν και τα αρχεία που δυστυχώς, ακόμη μένουν κλειστά. Τότε με περισσότερη ασφάλεια θα είναι δυνατό να καταλογισθούν ευθύνες προς όλες τις κατευθύνσεις και να δικαιωθούν όσοι αδικήθηκαν στο όνομα της όποιας σκοπιμότητας.

Βίκτωρ Νέτας, 2003

Δημοσιογράφος


13 Φεβ 2022

Ο ΤΣΟΡΤΣΙΛ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Τι εννοούσε ο Τσόρτσιλ όταν έλεγε: «Αν χάσουμε την Ελλάδα θα αλλάξει η πορεία του κόσμου»

Στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Ελληνικός λαός έβγαινε νικητής και περήφανος για τη μεγάλη του συμβολή στη νίκη κατά του φασισμού και στην αλλαγή της πορείας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έβγαινε ενωμένος, ισχυρός, ελεύθερος και ανεξάρτητος από κάθε εξάρτηση. Τι έγινε και από νικητές στο τέλος του πολέμου βρεθήκαμε στον εμφύλιο;
Στις μέρες μας, συχνά, μεταξύ των κομματικών παρατάξεων επαναλαμβάνετε η αναμόχλευση αυτών των τραγικών γεγονότων του εμφυλίου πολέμου. Αυτή η άθλια διένεξη που αναμοχλεύουν οι απόγονοι των απόντων από τη μεγάλη νίκη του λαού μας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο καλύπτει με ένα μεγάλο μαύρο πέπλο την πραγματική αλήθεια των ιστορικών εξελίξεων στην πατρίδα μας στο τέλος του πολέμου. Η φράση του Τσόρτσιλ, που λέει : «Αν χάσουμε την Ελλάδα θα αλλάξει η πορεία του κόσμου».
Winston Churchill
Αυτή η φράση κρύβει μέσα της όλη την  αλήθεια των ιστορικών εξελίξεων που αντιλήφθηκε ο Τσόρτσιλ στη διάρκεια του πολέμου μια Ελλάδα να βγαίνει μετά τον νικηφόρο πόλεμο ενωμένη ισχυρή και ανεξάρτητη, απαλλαγμένη από τη βρετανική εξάρτηση και απαλλαγμένη από την αυτοεξόριστη δουλική κυβέρνηση των φυγάδων, που παράτησε το λαό της κάτω από το ζυγό της φασιστικής κατοχής.
Ο Ελληνικός λαός που έβγαινε ενωμένος, δυνατός και νικητής στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με μια Ελλάδα ανεξάρτητη και ισχυρή, άλλαζε μεταπολεμικά την πορεία του κόσμου, με κοσμογονικές αλλαγές στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Εγγύς και Μέση Ανατολή και έβαζε τέρμα στην εξάρτηση και την υποτέλεια της Ελλάδας από τις μεγάλες δυνάμεις.
Αυτό έβλεπε ο Τσόρτσιλ στη γενιά των Ελλήνων της Νίκης και αυτήν προσπάθησε να συντρίψει, οδηγώντας την στον εμφύλιο του 1946-1949 και το πέτυχε.
Μια ανεξάρτητη και ισχυρή Ελλάδα, που έβγαινε μετά τον πόλεμο στον γεωστρατηγικό χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, δεν άρεσε στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και ιδιαίτερα στον Βρετανικό Ιμπεριαλισμό, που 124 χρόνια μετά την απελευθέρωση του ελληνικού λαού από τον τουρκικό ζυγό, στον ανταγωνισμό μεταξύ των τριών «προστάτιδων» δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας για την κυριαρχία τους στην Ελλάδα, η Αγγλία είχε εξασφαλίσει την κυριαρχία της.
Ο Τσόρτσιλ σ’ αυτή του τη φράση, με μια ανεξάρτητη, ισχυρή και δημοκρατική Ελλάδα, απαλλαγμένη από τη βρετανική εξάρτηση και την υποτελή αυτοεξόριστη πολιτική κυβέρνηση των φυγάδων, έβλεπε τις μεγάλες αλλαγές που θα επακολουθούσαν μετά τη λήξη του πολέμου.
Μια Ελλάδα που μετά το τέλος του πολέμου άλλαζε τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς και Μέση Ανατολή.
Η ισχυρή Ελλάδα εξασφάλιζε και την τύχη της ύπαρξης του οικονομικά ισχυρού υπόδουλου Ελληνισμού στην Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία. Σε αυτόν τον γεωστρατηγικό χώρο θα σταματούσε τα τουρκικά συνεχή πογκρόμ που εξαφάνισαν τον Ελληνισμό με τις εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, πνευματικά ιδρύματα, εκκλησίες, σχολεία, την Κύπρο και έβαζε στο περιθώριο της εξαφάνισης το υποτελή πολιτικό κατεστημένο, που 124 χρόνια υπηρετούσε στη χώρα μας τα ξένα συμφέροντα.
Οι Έλληνες πολιτικοί αυτοεξόριστοι φυγάδες της υποτέλειας, με την εισβολή των Γερμανών φασιστών παράτησαν τον ελληνικό λαό στα νύχια του καταχτητή και αυτοί που μείνανε στη χώρα ή συνεργάστηκαν με τον κατακτητή ή ζάρωσαν καλοπερνώντας περιμένοντας το τέλος του πολέμου για να πάρουν ξανά την εξουσία που παρέδωσαν στον ιταλικό και γερμανικό φασισμό. Μετά το τέλος του πολέμου οι φυγάδες θέλανε να επανέλθουν ως νικητές στην εξουσία με τη βοήθεια των Άγγλων, καλλιεργούσαν τον κίνδυνο του κομμουνισμού και με το μεγάλο ψέμα λέγανε ότι η Ελλάδα θα γίνονταν μια χώρα σαν τις Λαϊκές Δημοκρατίες, εξαρτημένη από τη Σοβιετική Ένωση.
Έτσι θα άλλαζε η πορεία του κόσμου, που έλεγε ο Τσόρτσιλ;
Το δουλικό πολιτικό κατεστημένο του τόπου μας, σε βάθος κατανοεί το νόημα της πρότασης αυτής και πολύ έντεχνα το πολιτικό μας κατεστημένο κρύβει από το λαό μας το πραγματικό κοσμογονικό περιεχόμενο της πρότασης αυτής. Έχουμε πλήρη άγνοια για το βαθύτερο νόημα της κοσμογονικής σημασίας της πρότασης αυτής, αλλά και τη μεγάλη άγνοια της προδοσίας που διέπραξε το πολιτικό μας κατεστημένο στο σύνολό του το 1941-1945 προδίδοντας και τον ακμαίο υπόδουλο Ελληνισμό έτοιμος να απαλλαγεί από τον τουρκικό ζυγό. Η ηγεσία του ΚΚΕ πιστή στις μαρξιστικές δογματικές εντολές του Στάλιν, ως νικητές παρέδωσαν την ισχυρή Ελλάδα στους Άγγλους και στους υποτελείς φυγάδες, στους απόντες στην Εθνική Αντίσταση, στους πρόγονους αυτών που κυβερνούν σήμερα την Ελλάδα.
Τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα που κυριαρχούν στην παγκόσμια πολιτική από την πρώτη μέρα της απελευθέρωσης του 1821 δεν άφησαν την αναγέννηση μιας Ελλάδας απαλλαγμένης από τον τουρκικό ζυγό και κάθε προσπάθεια των Ελλήνων έβρισκε την αντίδραση των Ευρωπαίων και των Ελλήνων υπηρετών στους Τούρκους και μετά την επανάσταση.
Οι Έλληνες όταν έχουν ηγέτη βγαίνουν πάντα νικητές. Οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές Άγγλοι, Γάλλοι, Βαυαροί δεν άφησαν ικανό Έλληνα ηγέτη χωρίς να τον δολοφονήσουν, ξεκινώντας από τον Ιωάννη Καποδίστρια και σε συνέχεια, άλλοι φυλακίζονταν, δολοφονούνταν, πέθαιναν από αμυγδαλιές, άλλοι «αυτοκτονούσαν», πολλοί άλλοι δολοφονούνται από μαριονέτες και άλλων τα κεφάλια τους βρίσκονταν κρεμασμένα σε στύλους δημιουργώντας έτσι σμιλευμένους πολιτικούς, υπόδειγμα παγκόσμιας υποτέλειας για τους υπόδουλους λαούς που μάχονται για την Ελευθερία τους.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος που άρχισε το 1939 με τον Άξονα να καταχτάει τη μια χώρα μετά την άλλη, το Μάη του 1940 με ίσες δυνάμεις έμψυχου και άψυχου υλικού, έγινε η μεγάλη σύγκρουση στην Ευρώπη. Ο Χίτλερ τσάκισε τους Ευρωπαίους συμμάχους και τους στρίμωξε στη Δουνκέρκη μαζί με το βρετανικό εκστρατευτικό σώμα που βρίσκονταν στην Ευρώπη. Εκεί ο Χίτλερ είπε το «αλτ!» για να μην εξοντωθεί εντελώς το βρετανικό εκστρατευτικό σώμα με προοπτική μιας μελλοντικής συμμαχικής συνεργασίας με τη Βρετανία ενάντια στη Σοβιετική Ένωση.
Έτσι μετά το Μάη του 1940 η Ευρώπη στέναζε πια κάτω από το ζυγό του φασισμού και η Μεγάλη Βρετανία ξεκομμένη από τις αποικίες της σφυροκοπούνταν από θαλάσσης και αέρος χωρίς διέξοδο, με τον Τσόρτσιλ να κολυμπάει στον Ατλαντικό για να φτάσει γρήγορα και να υποκλιθεί στον Ρούζβελτ για βοήθεια.
Στις αρχές του πολέμου η «σύμμαχη» μας Αγγλία είχε υποσχεθεί να μας βοηθήσει με σύγχρονο πολεμικό υλικό σε πυροβολικό και αεροπλάνα, αλλά τα έστειλε στην Τουρκία, θεωρώντας την Ελλάδα ανίκανη να τα αξιοποιήσει σε περίπτωση επίθεσης των Ιταλών από την Αλβανία που την είχαν κατακτήσει το 1939.
Ήρθε όμως η 28η Οκτωβρίου του 1940, που ο Ελληνικός λαός με πρωθυπουργό τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, να πει στον ιταλικό φασισμό το μεγάλο «ΌΧΙ» να τον τσακίσει μέχρι τις 6 Απριλίου του 1941 με όπλα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και του 19ου αιώνα και σε έμψυχο υλικό πολύ λιγότερο από τον αντίπαλο, αναγκάζοντας τον Χίτλερ να έρθει σε βοήθεια και οι Έλληνες να ξαναγράψουν ένα καινούργιο «OΧΙ» στα οχυρά της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και στην Κρήτη μέχρι την 1η Ιουνίου, εξοντώνοντας και την επίλεκτη 17η φασιστική αεροδυναμική μεραρχία αφοσιωμένη στο Χίτλερ και αρχικά, αυτός να καυχιέται για την καταγωγή του από την Άρια φυλή και σε συνέχεια να καταριέται το χρόνο που έχασε στην Ελλάδα γιατί χάλασε τα σχέδια του Άξονα και άλλαξε την πορεία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στη συνέχεια η Ελλάδα μάχονταν με το φασισμό όχι μόνον εντός της χώρας μας αλλά και εκτός Ελλάδος, σε όλα τα πέρατα του κόσμου, με το εμπορικό μας ναυτικό, που οι «σύμμαχοί» μας το χαρακτήρισαν τέταρτο όπλο να οργώνει τους πέντε ωκεανούς για να εφοδιάζει τους συμμάχους μας με τρόφιμα, πολεμικό και φαρμακευτικό υλικό.
Πάνω από 10 χιλιάδες ναύτες και 447 πλοία του εμπορικού μας ναυτικού βρήκαν τους βυθούς των πέντε ωκεανών εφοδιάζοντας τους συμμάχους με τα πάντα.
Οι «σύμμαχοί» μας και ιδιαίτερα ο ίδιος ο Τσόρτσιλ, εκεί που υμνούσαν τον ηρωισμό των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του πολέμου, στο τέλος του πολέμου μας πολέμησαν, γίνανε εχθροί μας για τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα, γιατί η Ελλάδα έβγαινε νικητής από τον πόλεμο και αποχτούσε την ανεξαρτησία της χωρίς τη Βρετανική εξάρτηση με κυβερνήσεις παρόμοιες σαν αυτή των φυγάδων στο Κάιρο, που ήταν υπηρέτες των Άγγλων.
Ο Τσόρτσιλ από την αρχή του πολέμου είδε τον κίνδυνο που απειλούσε τα βρετανικά συμφέροντα στη χώρα μας η γενιά της Εθνικής Αντίστασης και αυτήν έβαλε στόχο να διασπάσει και συντρίψει. Προσπάθησε με όλα τα μέσα που είχε να ανατρέψει τα πράγματα και τα κατάφερε. Εξόντωσε τον κίνδυνο της αλλαγής, που ήταν η γενιά της κατοχής,  αυτή που άλλαξε την πορεία του πολέμου και που στο τέλος θα άλλαζε και την πορεία του κόσμου όπως βαθειά πίστευε ο Τσόρτσιλ. Γιατί μια άλλη γενιά Ελλήνων στη Κωνσταντινούπολη, στη Μικρά Ασία με την ανάπτυξη, ήταν έτοιμη να απαλλαγεί από τον Τουρκικό ζυγό, όπως και η Κύπρος έχοντας δίπλα της την ισχυρή μητέρα Ελλάδα.
Η γενιά αυτή όχι μόνο απέκλειε κάθε ξένη επέμβαση στη χώρα μας μαζί και τη βρετανική, αλλά και γίνονταν ο προστάτης του υπόδουλου Ελληνισμού στη Βόρεια Ήπειρο, στην Κύπρο, στην Κωνσταντινούπολη, στον Ανατολικό Μεσογειακό χώρο και στην Εγγύς και Μέση Ανατολή. Μια ισχυρή Ελλάδα ήταν που τρόμαζε τον Τσόρτσιλ. Αυτό ήταν το κύριο νόημα της πρότασης του Τσόρτσιλ που έλεγε: «Αν χάσουμε την Ελλάδα, θα αλλάξει η πορεία του κόσμου».
Ξεκινώντας διπλωματικά και πολιτικά από την αρχή των συναντήσεων των τριών Μεγάλων στην Τεχεράνη και σε συνέχεια σε όλες τις συναντήσεις, ο Τσόρτσιλ έθετε το Ελληνικό Πρόβλημα. Τα βρήκε με τον Στάλιν και συμφώνησε με την επέμβαση των Άγγλων στην Ελλάδα το 1944 παρά τη διαμαρτυρία του Ρούζβελτ και του Υπουργού των Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Εκτός από την πολιτική και διπλωματική δραστηριότητα μεταξύ των συμμάχων ο Τσόρτσιλ προσπάθησε να διαβρώνει και την ενιαία αντίσταση.
Η αρχή της υποταγής αρχίζει με την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, που τη γιορτάζουμε σαν μεγάλο γεγονός, χωρίς να δούμε την ουσία του, γιατί οι 12 Βρετανοί πράκτορες -ένας εξ αυτών Έλληνας- που έστειλε ο Τσόρτσιλ, αντί να ενταχθούν κάτω από τον έλεγχο της συμμαχικής αντίστασης, οι 12 γίνανε πάνω από 400 και προσχώρησαν στο αντιστασιακό κίνημα.
Αντί να είναι υπό τις εντολές της αντίστασης, άρχισαν τις διασπαστικές τους ενέργειες ενάντια στον ΕΛΑΣ στηρίζοντας ανοιχτά τον ΕΔΕΣ του Ζέρβα, που ήταν όργανό τους στην πολιτική της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό το Λονδίνο μετά την ανατίναξη της γέφυρας τον ονόμασε στρατηγό θρύλο και ατρόμητο πολέμαρχο. Ο Άρης και ο ΕΛΑΣ δεν υπήρχαν στο Γοργοπόταμο.
Η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ δεν εκτίμησαν σωστά την ανακοίνωση του Λονδίνου για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου και έτσι μετά το φιάσκο του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος το 1941, για την αγγλική πολιτική και την Ιντέλιτζενς Σέρβις με την πρώτη Αγγλική Αποστολή στο Γοργοπόταμο, άνοιξε η ωμή ανάμιξη στην Εθνική Αντίσταση. Ο ΕΛΑΣ περνάει υπό τον έλεγχο του ΓΣΜΑ και ο Άγγλος συνταγματάρχης Έντυ ελέγχει τα πάντα για την πραγματοποίηση των σχεδίων τους. Ο Ζέρβας ήταν όργανο των επιδιώξεών τους και το Κάιρο έγινε ρυθμιστής στις εξελίξεις της εθνικής μας πολιτικής. Κάιρο σήμαινε: Βρετανική και Ελληνικές Κυβερνήσεις τις οποίες εκπροσωπούσε κατά τις συσκέψεις στην αγωνιζόμενη Ελλάδα ο συνταγματάρχης Γουντχάουζ. Στις συσκέψεις αυτές δεν επιτεύχθηκε καμιά ενοποίηση των αντάρτικων δυνάμεων. Τουναντίον, άνοιξαν το δρόμο προς τις διασκέψεις του Λιβάνου, της Καζέρτας με τη Βάρκιζα και την παράδοση της πατρίδας μας στους Άγγλους, μεταφέροντας τους πολιτικούς φυγάδες στην εξουσία με την ανοχή της ηγεσίας του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Μόνον ο Άρης έβλεπε τα σχέδια των Άγγλων και έλεγε ότι: «οι Άγγλοι είναι χειρότεροι από τους Γερμανούς». Πολλές φορές απευθύνονταν προσωπικά στον Σιάντο και Ιωαννίδη, αλλά δεν εισακούονταν. Έτσι η Εθνική Αντίσταση, η Ελλάδα και η μετ΄ απελευθερωτική τύχη της παραδόθηκαν δεμένες χειροπόδαρα στους Άγγλους και στους απόντες του αγώνα και στους δωσίλογους. Αυτό που δεν έκανε ο Άρης όταν η αντιπροσωπία έφευγε για το Λίβανο και αυτόν τον στέλνανε στο Μοριά, ήταν να τους συλλάβει και έτσι να σώσει την Ελλάδα από τη νέα βρετανική κατοχή – Και έγινε η «Καλή αντάμωση στα Γουναράδικα...».
Έτσι ο Τσόρτσιλ και με την ανοχή του Στάλιν με τα τσιράκια του στην Ελλάδα του μαρξιστικού δογματισμού, μας ρίξανε στον εμφύλιο πόλεμο και τσάκισαν εκείνη τη γενιά της Ελλάδας. Η Ελλάδα ισχυρή, όπως έβγαινε νικηφόρα από τον πόλεμο θα απολύτρωνε και τον υπόδουλο Ελληνισμό της Πόλης και της Μικράς Ασίας, δημιουργώντας μια Ελλάδα ελεύθερη και ισχυρή στον γεωστρατηγικό χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής. Αυτό φοβούνταν ο Τσόρτσιλ και το πραγματοποίησε με τη συμμετοχή της προδοτικής ελληνικής πολιτικής ηγεσίας της μιας υποτελής στους Άγγλους και της άλλης υπάκουης στις εντολές του «μαρξιστή» Στάλιν. Αυτό το νόημα κρύβει η πρόταση του Τσόρτσιλ που αρχικά υμνούσε τον ηρωισμό των Ελλήνων και τον πρόδωσε για τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα που δεν έχουν συμμάχους και φίλους.
Έτσι με την φαγωμάρα των Ελλήνων πολιτικών δόθηκε η δυνατότητα στους Τούρκους με τα συνεχή τους πογκρόμ να αποφύγουν την Ένωση της Κύπρου με τη μητέρα πατρίδα και την εξόντωση εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη και στη Μικρά Ασία με πογκρόμ και δολοφονίες, με την ανοχή των «μεγάλων συμμάχων» μας μέχρι σήμερα στον ΟΗΕ.
Όχι μόνον νικητές δεν βγήκαμε από τον πόλεμο που ήμασταν νικητές, αλλά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος στοίχησε στην Ελλάδα εκτός από τα θύματα και τις καταστροφές που μας προκάλεσαν οι καταχτητές στη χώρα μας, οι σύμμαχοι μας οδήγησαν στον εμφύλιο και έτσι πέτυχαν την εξόντωση της γενιάς των νικητών. Θα ρωτήσει κανείς πως οι νικητές βγαίνουν πάντα νικημένοι; Η απάντηση είναι απλή. Οι Έλληνες νικούν πάντα όταν έχουν ηγέτες. Δυστυχώς σήμερα μας κυβερνάει η αφρόκρεμα της ηγετικής υποτέλειας στους Ιμπεριαλιστές. Αυτοί μας οδηγούν στην εξαφάνιση, διώχνοντας τους νέους μας στα ξένα, φέρνοντας ξένους στη χώρα μας, μεταξύ των οποίων καλά εκπαιδευμένοι από τους Τούρκους.
Έτσι το διεφθαρμένο πολιτικό κατεστημένο χαρακτήρισε τους πολεμιστές του αλβανικού έπους, των οχυρών της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και της Κρήτης, των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, ονόμασαν τον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο συμμοριτοπόλεμο και τους πολεμιστές ληστοσυμμορίτες και κατσαπλιάδες.